Οι β-αποκλειστές δεν θα πρέπει πλέον να θεωρούνται θεραπεία πρώτης εκλογής της ιδιοπαθούς υπέρτασης χωρίς συνοδά νοσήματα

16/11/2011
Αν και ιστορικά οι περισσότερες κατευθυντήριες οδηγίες για την μη επιπλεγμένη υπέρταση περιελάμβαναν συστάσεις για αρχική χρήση διουρητικών και / ή β-αναστολέων, τα κλινικά αποτελέσματα μελετών κατά τα τελευταία 5 έως 7 χρόνια δεν ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκά για την ατενολόλη, το δημοφιλέστερο β- blocker στον κόσμο.
Αρκετές μετα-αναλύσεις έχουν δείξει ότι παρά την μείωση της αρτηριακής πίεσης, οι β-αναστολείς δεν προστατεύουν επαρκώς τους υπερτασικούς ασθενείς από καρδιαγγειακά συμβάματα.
Αυτά τα φαινόμενα έχουν αποδοθεί σε αναποτελεσματική μείωση της κεντρικής (αορτικής) πίεσης ή σε δυσμενείς μεταβολικές επιδράσεις των β-αναστολέων (ιδιαίτερα όταν συνδυάζονται με διουρητικά).
Ευθεία σύγκριση της ατενολόλης με οποιοδήποτε άλλο β-αναστολέα, σε υπερτασικούς ασθενείς, δεν έχει γίνει σε ευρεία μελέτη. Από έμμεσες συγκρίσεις που μπορούν να γίνουν προκύπτει σημαντική ετερογένεια της φαρμακολογίας των β-αποκλειστών και ανάλογη ετερογένεια στα κλινικά τους αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, τα μη ενθαρρυντικά συμπεράσματα από την χρήση της ατενολόλης ως πρώτης γραμμής αντιυπερτασικό φάρμακο δεν μπορούν να επεκταθούν στους νεώτερους β-αποκλειστές για τους οποίους χρειάζονται περισσότερες μελέτες αποτελεσματικότητας στην μείωση των καρδιαγγειακών συμβαμάτων.

Πηγή: Current Cardiology Reports, Elliott WJ et al.