Στεφανιαία νόσος και γενετικοί παράγοντες

Μετά την ολοκλήρωση της καταγραφής των ανθρώπινων γονιδίων, έρευνες έχουν δείξει ότι  η στεφανιαία νόσος μπορεί να οφείλεται σε γονιδιακά αίτια.
Οι επιστήμονες προσπαθούν να εντοπίσουν ακριβώς ποια είναι τα γονίδια που εμπλέκονται και ποιοι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι πιθανό να τα ενεργοποιούν. Για παράδειγμα, κάποια γονίδια επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται η χοληστερίνη και το λίπος στο αίμα και έτσι ενισχύουν τον κίνδυνο καρδιακού επεισοδίου. Εντοπίζοντας τα συγκεκριμένα γονίδια, θα μπορούν τα άτομα που έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά να αποφεύγουν τον κίνδυνο λαμβάνοντας προληπτικά ειδικά σχεδιασμένα φάρμακα και, επίσης, να υιοθετούν ένα τρόπο ζωής και διατροφής που να κρατούν την χοληστερίνη στο αίμα σε χαμηλά επίπεδα.
Στο εγγύς μέλλον η γενετική έρευνα υπόσχεται ότι θα μπορέσει να προσφέρει μεθόδους για να εντοπίζονται τα ελαττωματικά γονίδια και στη συνέχεια να διορθώνονται ή και να αντικαθιστώνται, ώστε να αποτρέπεται ο κίνδυνος στεφανιαίας νόσου πολύ νωρίτερα από την εμφάνιση συμπτωμάτων.
Ακόμη γίνονται συνεχείς γενετικές έρευνες για γνωστούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως η για παράδειγμα η ομοκυστεΐνη και η υψηλή αρτηριακή πίεση. Εξετάζονται οι συσχετίσεις τους με συγκεκριμένα γονίδια έτσι ώστε να αποτελέσουν στόχους μελλοντικών γονιδιακών θεραπειών.
Οι γενετικές έρευνες επίσης επεκτείνονται στην αναζήτηση καινούριων, αποτελεσματικών φάρμακων και νέων μεθόδων στην καρδιοχειρουργική και στις μεθόδους αγγειοπλαστικής.

Κατεβάστε το άρθρο σε μορφή pdf